Перевод: с русского на все языки

со всех языков на русский

Νικαια η

См. также в других словарях:

  • Νικαία — Νικαίᾱ , Νικαία fem nom/voc/acc dual …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • νικαία — νικαίᾱ , νικαῖος of fem nom/voc/acc dual νικαίᾱ , νικαῖος of fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Νικαίᾳ — Νικαίᾱͅ , Νικαία fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • νικαίᾳ — νικαίᾱͅ , νικαῖος of fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Νίκαια — Νικαία fem nom/voc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Νίκαια — I Μυθολογικό πρόσωπο. Ήταν κόρη του μυθικού ηγεμόνα της Βιθυνίας, Σαγγάριου και της θεάς Κυβέλης. Σύμφωνα με την παράδοση, καθώς λουζόταν στις όχθες του ποταμού Σαγγάριου, την είδε ο θεός Διόνυσος και την ερωτεύτηκε. Μετέτρεψε το νερό της πηγής… …   Dictionary of Greek

  • Νίκαια — Sp Nikėja Ap Νίκαια/Nikaia L C Graikija …   Pasaulio vietovardžiai. Internetinė duomenų bazė

  • Νίκαια — η όνομα πόλεων …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • νίκαια — νικαῖος of neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Νικαίας — Νικαίᾱς , Νικαία fem acc pl Νικαίᾱς , Νικαία fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Νικαίαι — Νικαίᾱͅ , Νικαία fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»